- Ἄργιος
- Ἄργοςneut gen sg (doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Argivs — ARGIVS, i, Gr. Ἄργιος, ου, (⇒ Tab. XVIII.) einer von den 50 Söhnen des Aegyptus, welchem von des Danaus 50 Töchtern die Evippe, als seine Braut zufiel, die ihn aber, wie ihre Schwestern seine Brüder, die erste Hochzeitnacht umbrachte. Apollod. l … Gründliches mythologisches Lexikon
αργι- — με τη μορφή αργι εμφανίζεται ως α συνθετικό αρχαίων σύνθετων λέξεων το ομηρ. επίθετο αργός* (Ι), κυρίως με τη σημασία «στιλπνός, λαμπρός» (πρβλ. αργικέραυνος) αλλά και με τη σημασία «ταχύς, γρήγορος» (πρβλ. αργίπους). Εντύπωση στη σύνθεση… … Dictionary of Greek